ΑΠΟΨΕΙΣ

ΑΠΟΨΕΙΣ – Του Δημήτρη Παπασωτηρίου

Του Δημήτρη Παπασωτηρίου* (BA, MSc, MA, ELA/ESLog, PhD.c)

ΑΠΟΨΕΙΣ / Τρίτη 26 Αυγούστου 2025, 14:30 / Συν 1

Γεωπολιτικός σεισμός στην ΑΟΖ Ελλάδας – Κύπρου: Η κοινή προσφυγή σε Διεθνές Δικαστήριο (ICJ* ή ITLOS*) ως ευκαιρία, μονόδρομος και …κίνηση “ρουά ματ”

Τελικά τι επιλέγουμε; …στρατηγική οριοθέτηση ή στρατηγική λήθη; Πως …από τα διαχρονικά αφηρημένα και φλύαρα λόγια θα πάμε σε …συγκεκριμένες πράξεις για εσαεί “ήρεμα νερά”, σταθερότητα και ειρήνη.

*(International Court of Justice (ICJ) – Χάγη, International Tribunal for the Law of the Sea (ITLOS) – Αμβούργο)

Αντί προλόγου

Αν το παρόν άρθρο περάσει απαρατήρητο από τα θεσμικά κέντρα, δεν θα πρόκειται για σκόπιμη παράλειψη, αλλά για ζωντανή επιβεβαίωση του λόγου για τον οποίο γράφτηκε. Συγκεκριμένα, επιχειρεί να προσφέρει ένα θεσμικά βιώσιμο πλαίσιο για μια εθνική εκκρεμότητα, που λόγω των κοσμογονικών γεωπολιτικών αλλαγών που βρίσκονται σε εξέλιξη, γίνεται επείγουσα μια που αφορά στην οριοθέτησης ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου.

Επίσης, αν το παρόν άρθρο δεν αποτελέσει αφορμή για επανεξέταση των επί 40+ ετών ατελέσφορων πολιτικών και εθνικών στρατηγικών επιλογών, αυτό δεν θα οφείλεται στην έλλειψη μιας νέας ολοκληρωμένης πρότασης και του πρακτικού τρόπου εφαρμογής της, αλλά …στην δυσκολία ορατότητας των ευκαιριών που έχει μπροστά του ο Ελληνισμός. Η επόμενη κίνηση ανήκει πλέον σε όσους διαχειρίζονται την διαιώνιση του Ελληνισμού και σχεδιάζουν τις στρατηγικές επιβίωσής του.

Συστημική προσέγγιση του ζητήματος οριοθέτησης ΑΟΖ Ελλάδας – Κύπρου

Η κοινή ΑΟΖ (Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη) μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου αποτελεί κρίσιμο γεωπολιτικό και νομικό ζήτημα στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας (UNCLOS 1982) και επηρεάζει θεμελιωδώς, αφενός μεν το σύνολο της αρχιτεκτονικής ασφαλείας της Ανατολικής Μεσογείου αφετέρου δε την ενιαία και αδιάσπαστη χωρική συνέχεια ολόκληρου του Ελληνισμού.

Η εκκρεμότητα της οριοθέτησης ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου δεν μπορεί να εξεταστεί μεμονωμένα μόνο ως νομικό ή διμερές θέμα, αλλά να αναλυθεί ως μέρος ενός ευρύτερου συστήματος πολυεπίπεδων διαστάσεων που αλληλεπιδρούν. Οι σημαντικότερες εξ’ αυτών είναι: 
•Η εφαρμογή του διεθνούς δικαίου ως πλαισίου αναφοράς
•Η ευρύτερη γεωπολιτική ασφάλειας 
•Τα εσωτερικά πολιτικά συστήματα των δύο χωρών
•Η ενεργειακή αρχιτεκτονική
•Η ευρωπαϊκή συνέχεια

Η μη ύπαρξη συμφωνίας μεταξύ των δύο χωρών στο θέμα της ΑΟΖ δημιουργεί λειτουργικά κενά στο σύστημα ασφάλειας της Ανατολικής Μεσογείου (το βιώνουμε σήμερα), αποδυναμώνοντας τη συνεκτικότητα των Ελληνικών και Κυπριακών θέσεων σε διεθνές επίπεδο, ενώ ταυτόχρονα επιτρέπει σε εξωγενείς παράγοντες – τρίτους δρώντες (π.χ. Τουρκία) να παρανομούν ανεμπόδιστα, επιβάλλοντας τετελεσμένα γεγονότα στο πεδίο, εκμεταλλευόμενοι την “ομίχλη του θεσμικού ελλείματος” που προκαλεί κυρίως η Ελλάδα, δια της μη εφαρμογής του Διεθνούς Δικαίου για τον εαυτό της. 

Επιπλέον, η συστηματική μετάθεση επίλυσης του θέματος στο αόριστο μέλλον, δημιουργεί έναν αέναο κύκλο αναβλητικότητας, όπου η έλλειψη οριστικής πράξης καθορισμού της ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου, με υπαίτια την πλευρά της Ελλάδας, νομιμοποιεί τη διατήρηση της αδράνειας ως νέου status quo. Η επίδειξη συνέπειας στην αποφυγή δράσης, και μάλιστα με φανατισμό, εμμονή και επιμονή, αναπαράγει μια δομική δυσλειτουργία, όπου η χρόνια σιωπή και αδράνεια (της Ελλάδας) μετατρέπεται σε “εθνική στρατηγική”. Αν θεωρήσουμε τον Ελληνισμό ως ένα σύστημα, του οποίου ένα μέρος αυτοπαγιδεύεται στην ακινησία του θέματος της ΑΟΖ, τότε πρόκειται για αδράνεια που δεν είναι τυχαία, αλλά δομικά ενσωματωμένη στον τρόπο με τον οποίο αποφασίζουμε να αντιμετωπίζουμε τις στρατηγικές μας προκλήσεις. 

Συνεπώς, η μη οριοθέτηση της ΑΟΖ Ελλάδας και Κύπρου λειτουργεί σήμερα ως ένας “φαύλος μηχανισμός” του εν λόγω συστήματος, χωρίς θεσμική ευθυγράμμιση, στρατηγική σύνταξη δυνάμεων, διακρατική κατεύθυνση και συντονισμό, και τέλος, με αδυναμία εξεύρεσης ξεκάθαρων εναλλακτικών τρόπων επίλυσης. 

Η επισκόπηση όλων αυτών των σημείων είναι σήμερα αναγκαία όσο ποτέ άλλοτε, και αυτό θα επιχειρήσουμε να καταδείξουμε στο παρόν άρθρο, φέρνοντας μια νέα ανατρεπτική και βιώσιμη πρόταση.

Η λύση της από κοινού προσφυγής σε Διεθνές Δικαστήριο (ΔΔ)

Η από κοινού προσφυγή της Ελλάδας και της Κύπρου σε Διεθνές Δικαστήριο π.χ. στο ICJ (ΔΔ Χάγης) αποτελεί σήμερα μια μοναδική δομική ευκαιρία για ολική ανασύνταξη και ενδυνάμωση του συστήματος ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο στη βάση του Διεθνούς Δικαίου. Επίσης, μπορεί να αποτελέσει την πολυπόθητη θεσμική λύση που θα ξεμπλοκάρει δεκαετίες αδράνειας και θα θωρακίσει τον Ελληνισμό στο σημερινό ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον στο διηνεκές. 

Κάθε καθυστέρηση προς την οριοθέτηση της κοινής γραμμής επαφής μεταξύ των ΑΟΖ Ελλάδας και Κύπρου, όχι μόνο δεν αφήνει νομικά, πολιτικά και γεωπολιτικά κενά, αλλά επιτρέπει παράλληλα και τη δημιουργία τετελεσμένων γεγονότων ενόψει των επερχόμενων, σημαντικών εξελίξεων στην Ανατολική Μεσόγειο. 

Το ερώτημα είναι πλέον σαφές: θα επιλέξουμε την “στρατηγική δράση” ή θα συνεχίσουμε την “στρατηγική σιωπή” ώστε τελικά αυτή με τη σειρά της  να καταλήξει σε …”στρατηγική λήθη”;

Η στρατηγική σημασία του εγχειρήματος της κοινής προσφυγής

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η από κοινού και καλά προετοιμασμένη προσφυγή Ελλάδας και Κύπρου σε Διεθνές Δικαστήριο (π.χ. της Χάγης) λειτουργεί ως θεσμικός αναστολέας κάθε πιθανής αποσταθεροποίησης, ο οποίος όχι μόνο επαναφέρει τη νομική κανονικότητα και ενισχύει τη διαλειτουργικότητα του συστήματος διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή, …αλλά παράγει ως αποτέλεσμα την επιθυμητή γεωπολιτική ισορροπία. 

Μια τέτοια κίνηση δεν είναι μόνο η μια και μοναδική εναλλακτική νομική επιλογή των δύο χωρών, αλλά αναγκαία πράξη συστημικής ανάταξης με δυνητικό μετασχηματιστικό αντίκτυπο για όλο τον Ελληνισμό στην Ανατολική Μεσόγειο, με στόχο τη διαρκή ειρήνη και την σταθερότητα στην περιοχή.

Στο σημείο αυτό να σημειώσουμε ότι η ανακήρυξη ΑΟΖ είναι μονομερής δικαιωματική πράξη άσκησης κυριαρχικών δικαιωμάτων κάθε χώρας με πρόσβαση σε θαλάσσιο περιβάλλον. Ειδικότερα:

•Σύμφωνα με την UNCLOS, κάθε παράκτιο κράτος δικαιούται να ανακηρύξει (proclaim) ΑΟΖ (άρθρο 55-57), μέχρι και τα 200 ν.μ. απόσταση από τις γραμμές βάσης. Αυτό γίνεται με νόμο ή προεδρικό διάταγμα (αναλόγως εσωτερικού δικαίου), όπως π.χ. το έκανε η Κύπρος το 2004 με Ν. 64(Ι)/2004.

•Η οριοθέτηση με άλλα κράτη απαιτεί συνεννόηση (διαπραγμάτευση) και συμφωνία (Άρθρο 74 UNCLOS)

•Δεν απαιτείται να έχει ανακηρυχθεί πρώτα ΑΟΖ από κάθε κράτος για να ξεκινήσει η διμερής διαπραγμάτευση. Η ανακήρυξη μπορεί να προηγείται ή να γίνεται ταυτόχρονα με την συζήτηση (διαπραγμάτευση) για την οριοθέτηση (αυτό είναι ένα σημείο αυτοπαγίδευσης). Στην πράξη, ενισχύει τη διαπραγματευτική θέση του κράτους που την πραγματοποιεί και θέτει ένα δεδομένο που οριοθετεί τις εθνικές προσδοκίες. Η ανακήρυξη δεν είναι πράξη “τελικής λύσης”, αλλά εργαλείο διαπραγματευτικής ενίσχυσης και νομικής κατοχύρωσης των κυριαρχικών αξιώσεων. Ειδικά σε περιβάλλοντα γεωπολιτικής αστάθειας, η ύπαρξη ανακηρυγμένης ΑΟΖ συνιστά σταθερό σημείο αναφοράς για κάθε τρέχουσα ή μελλοντική συζήτηση περί οριοθέτησης (“ο νοών νοείτω”).

•Εφόσον η προσπάθεια οριοθέτησης με συνεννόηση αποτύχει, τότε τον λόγο έχει η διευθέτηση της διαφωνίας σε Διεθνές Δικαστήριο. 

•Συνοπτικά, η σειρά των ενεργειών για την ΑΟΖ μιας χώρας είναι: 
-προκαταρτικές ενέργειες – προετοιμασία (γραμμές βάσης), 
-ανακήρυξη, 
-οριοθέτηση με άλλες χώρες, 
-και σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ τους κατά την οριοθέτηση, τότε διευθέτηση της διαφοράς με μεταξύ τους συνεννόηση ή προσφυγή σε Διεθνές Δικαστήριο.

Η κατάσταση σήμερα

Ο πολιτικός και ο πολυετής γεωστρατηγικός εγκλωβισμός του θέματος της ΑΟΖ, αποτυπώνει μεταξύ άλλων τα εξής σημαντικά γεγονότα:

1. Η Κύπρος, με τον νόμο Ν. 64(Ι)/2004, έχει:

•ανακηρύξει συνολικά την Κυπριακή ΑΟΖ και την έχει οριοθετήσει με Λίβανο (εκκρεμεί η κύρωσή της στην Βουλή των Αντιπροσώπων (Εθνοσυνέλευση) του Λιβάνου), Ισραήλ, και Αίγυπτο, ενώ έχει σε εκκρεμότητα την οριοθέτηση ΑΟΖ με Ελλάδα, Συρία & Τουρκία, για διαφορετικούς λόγους με την κάθε χώρα.

•δημοσιεύσει επίσημο χάρτη συντεταγμένων της ανακηρυγμένης και εν μέρει οριοθετημένης Κυπριακής ΑΟΖ,

•συνδέσει την Κυπριακή ΑΟΖ με θαλασσοτεμάχια έρευνας υδρογονανθράκων και των γεωτρήσεων εντός αυτών.

2. Η έλλειψη συμφωνίας μεταξύ των δύο κρατών (Ελλάδας – Κύπρου) αφήνει κενό νομικής κατοχύρωσης (ας το δούμε ως γεωπολιτικό έλλειμα) και επιτρέπει σε τρίτους  δρώντες (όπως η Τουρκία) να προβάλουν δια των απειλών, διεκδικήσεις σε περιοχές που κατά το ΔΔ τεκμαίρονται αδιαμφησβήτητα στην δικαιοδοσία της Ελλάδας και της Κύπρου.

3. Η προσδοκία για σύναψη συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου θα δημιουργούσε έναν ενιαίο ευρωπαϊκό θαλάσσιο χώρο στην Ανατολική Μεσόγειο, ενισχύοντας τη θεσμική συνοχή της ΕΕ στον τομέα της ενέργειας και των υποδομών. Παράλληλα, θα μείωνε το γεωπολιτικό και επενδυτικό ρίσκο, διευκολύνοντας την υλοποίηση εμβληματικών έργων ευρωπαϊκής στρατηγικής σημασίας, όπως για παράδειγμα τα υπερπόντια ηλεκτρικά καλώδια, οι αγωγοί τηλεπικοινωνιών και οι λοιπές θαλάσσιες διασυνδέσεις.

4. Προς το παρόν, οι δύο χώρες συνεργάζονται σε πλήθος θεμάτων (πρακτικά, τεχνικά, ερευνητικά κ.ά.), αλλά η Ελλάδα φανερά αποφεύγει την επίσημη ανακήρυξη και οριοθέτηση με την Κύπρο, για προφανείς λόγους (φοβικά σύνδρομα), μεταθέτοντας το θέμα στο απροσδιόριστο μέλλον, παρά το ότι αποτελεί διακαή πόθο ολόκληρου του Ελληνισμού να υπάρχει κοινή γραμμή επαφής μεταξύ των ΑΟΖ των δύο χωρών.

12
Εικόνα 1 Επίσημος χάρτης Ανακηρυγμένης ΑΟΖ Κύπρου και Οριοθετημένης ΑΟΖ με Λίβανο, Ισραήλ, Αίγυπτο


Σενάρια οριοθέτησης μεταξύ Ελλάδας & Κύπρου

Η νόμιμη διαδικασία οριοθέτησης ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου (ή οποιωνδήποτε παράκτιων κρατών) προβλέπεται από τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS), την οποία και οι δύο χώρες έχουν υπογράψει και κυρώσει. Στο παρόν άρθρο ξεχωρίζω δύο προσεγγίσεις – επιλογές (υπάρχουν και άλλες):

1) Διμερής συζήτηση μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου για το θέμα

2) Από κοινού προσφυγή της Ελλάδας και της Κύπρου στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης

Ας δούμε παρακάτω αυτές τις δύο περιπτώσεις συνοπτικά.

Σενάριο 1ο: Διμερής συζήτηση μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου 

Τα δύο κράτη ξεκινούν διμερείς διαπραγματεύσεις με στόχο τη συμφωνία για την ακριβή γραμμή που θα διαχωρίζει τις ΑΟΖ τους, επειδή αυτές και γειτνιάζουν και επικαλύπτονται. Νομική βάση: Άρθρο 74 UNCLOS: “Όταν οι αποκλειστικές οικονομικές ζώνες κρατών επικαλύπτονται, τα ενδιαφερόμενα κράτη οριοθετούν τη μεταξύ τους γραμμή με από κοινού συμφωνία, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, ώστε να επιτευχθεί δίκαιη λύση”. Στο σημείο αυτό να σημειώσουμε ότι η Κύπρος έχει ήδη ανακηρύξει ΑΟΖ, η Ελλάδα όχι. Άρα απαιτούνται ενέργειες στο θέμα μόνο από την πλευρά της Ελλάδας. Η ουσία της διαπραγμάτευσης είναι να συμφωνηθεί η γραμμή διαχωρισμού (boundary line), την οποία στη συνέχεια και τα δύο κράτη θα αναγνωρίσουν ως κοινό όριο. Στη συνέχεια γίνεται σύναψη διμερούς διεθνούς συμφωνίας. Η συμφωνία οριοθέτησης συντάσσεται ως διμερής διεθνής συνθήκη, η οποία περιέχει:
1. συντεταγμένες (γεωγραφικά σημεία) της οριοθετικής γραμμής
2. χάρτη ή σχεδιάγραμμα
3. πιθανώς μηχανισμό επίλυσης διαφορών εφόσον υπάρχουν
4. πληθώρα άλλων υποστηρικτικών τεκμηρίων της συμφωνίας

Η συμφωνία υπογράφεται από τις κυβερνήσεις και στη συνέχεια κυρώνεται από τα κοινοβούλια των δύο κρατών, για να τεθεί σε ισχύ. Η τελική συμφωνία οριοθέτησης κατατίθεται στον ΟΗΕ, σύμφωνα με το Άρθρο 102 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ και το Άρθρο 76 της UNCLOS. Τελικώς αυτό το βήμα:

•παρέχει τη διεθνή νομική υπόσταση και τη δημοσιότητα (γνωστοποίηση) της εφαρμογής του

•συμβάλλει στην ενίσχυση των κανόνων διεθνούς δικαίου και στην πράξη στην ενίσχυση της περιφερειακής ασφάλειας

Η Κύπρος ζητά επανειλημμένα από την Ελλάδα να προχωρήσουν στην κοινή οριοθέτηση των μεταξύ τους ΑΟΖ.

Αναμενόμενες επιπτώσεις, αντιδράσεις, συνέπειες βάσει της οριοθέτησης με Διμερή Διαπραγμάτευση: είναι σίγουρη η αντίδραση της Τουρκίας, η οποία θα διεμβολίσει την διμερή προσπάθεια της Ελλάδας και της Κύπρου, και διπλωματικά και στο πεδίο. Κύριο νομικό της έρεισμα είναι η μη αναγνώριση από την Τουρκία του κράτους της Κύπρου και συνεπώς η μη αναγνώριση παράγωγων πράξεων Διεθνούς Δικαίου με την υπογραφή της. Επίσης, η αντίληψή της περί του δικαίου της θάλασσας και της εφαρμογής του. Άρα αναλόγως της οπτικής έχουμε ένα “πρόβλημα” με το οποίο καλούμαστε να ζήσουμε χωρίς να μπορούμε να το προσπεράσουμε. Το θέλουμε έτσι; Σίγουρα όχι! …διότι υπονομεύει την ειρήνη και την ασφάλεια. Ας δούμε παρακάτω στο [σενάριο 2] την περίπτωση να κάνουμε κίνηση  …”ROUA MAT” στο θέμα.
 
Σενάριο 2ο: Η Ευκαιρία, η από κοινού προσφυγή της Ελλάδας και της Κύπρου στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ή του Αμβούργου

Ελλάδα και Κύπρος πρέπει να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για μια κοινή προσφυγή σε Διεθνές Δικαστήριο π.χ. ας υποθέσουμε αυτό της Χάγης (ICJ). Το ICJ μπορεί να επιλύσει μια διαφορά μόνο αν τα δύο κράτη συμφωνήσουν ρητά να του αναγνωρίσουν δικαιοδοσία. Γενικά υπάρχουν οι εξής τρόποι να γίνει αυτό:

α. Με συνυποσχετικό (compromis)
•Είναι η πιο κοινή μέθοδος σε τέτοιες περιπτώσεις.

•Τα δύο κράτη συνυπογράφουν έγγραφο με το οποίο συμφωνούν:
-να προσφύγουν στο ICJ (ή το ITLOS)
-να αναγνωρίσουν τη δικαιοδοσία του,
-να ορίσουν το αντικείμενο της διαφοράς (π.χ. “οριοθέτηση κοινής γραμμής επαφής των μεταξύ τους ΑΟΖ, σημεία Χ και Ψ”)

•Απαραίτητο στοιχείο εδώ: Η αμοιβαία συναίνεση Ελλάδας & Κύπρου, η οποία θεωρείται δεδομένη.

β. Με ρήτρα υποχρεωτικής δικαιοδοσίας (άρθρο 36(2) Καταστατικού ICJ)
Αν τα δύο κράτη έχουν δηλώσει εκ των προτέρων ότι αποδέχονται την υποχρεωτική δικαιοδοσία του Δικαστηρίου (μέσω σχετικής δήλωσης στον ΟΗΕ), τότε μπορεί να προσφύγει το ένα κατά του άλλου. Όμως:

•Η Κύπρος την έχει αποδεχθεί.

•Η Ελλάδα ΔΕΝ την έχει αποδεχθεί (έχει διατυπώσει επιφυλάξεις (under Reservations) για μερικές κατηγορίες διακρατικών διαφορών), 

Άρα δεν ισχύει αυτή η οδός για Ελλάδα – Κύπρο.

γ. Με ρήτρα σε διεθνή συμφωνία

Αν υπάρχει διεθνής συνθήκη που προβλέπει ότι σε περίπτωση διαφοράς τα μέρη προσφεύγουν στο ICJ, τότε αυτό μπορεί να γίνει χωρίς νέο συνυποσχετικό. Στην περίπτωση Ελλάδας – Κύπρου ΔΕΝ υπάρχει τέτοια συνθήκη και άρα δεν ισχύει αυτή η οδός.

δ. Άλλες περιπτώσεις που δεν κρίνονται σκόπιμο να αναφερθούν για την οικονομία του λόγου

Συνεπώς η επιλογή που προκρίνεται εδώ, στο εν λόγω σενάριο, είναι η [α] δηλ. με συνυποσχετικό έγγραφο. Ας δούμε παρακάτω αναλυτικότερα και σε βάθος  αυτήν την επιλογή καθώς και τι πρέπει να προηγηθεί ως προετοιμασία.

Η πολιτική πραγματικότητα σήμερα – δεδομένα

•Ελλάδα και Κύπρος έχουν παραδοσιακά στενές και αδελφικές σχέσεις, και δεν υπάρχει σοβαρή, ενεργή διμερής νομική διαφορά μεταξύ τους που να οδηγεί σε προσφυγή στο ICJ (Χάγη) ή το ITLOS (Αμβούργο)

•Συνήθως, τέτοιες διαφορές επιλύονται μέσω διπλωματικών συζητήσεων και διαπραγματεύσεων.

•Προσφυγή π.χ. στο ICJ ενδέχεται για ορισμένους κύκλους να έχει και ανεπιθύμητες παρενέργειες, π.χ. νομολογιακή κρίση για την επήρεια του Καστελλόριζου, που ίσως θέλουν να αποφύγουν και οι δύο χώρες. ΑΛΛΑ …από την άλλη η Ελλάδα θέλει να κλείσει το θέμα και να πορευτεί στο μέλλον έχοντας ξεκάθαρο ορίζοντα και παράλληλα είναι κάτι που η Ελλάδα το επιζητά δεκαετίες, λέγοντας ότι θα αποδεχθεί την κρίση του όποιου Διεθνούς Δικαστηρίου. 

•Όμως, …ειδικά για το θέμα του του Καστελλόριζου, τα επιχειρήματα είναι συντριπτικά υπέρ της Ελλάδας και οι όποιες αντίθετες φωνές αποδεικνύονται συμπλέγματα εγκλωβισμένα στην μικρογεωγραφία, στην μικρόνοη σκέψη, μη βλέποντας την μεγάλη εικόνα, όχι μόνο της συνέχειας της γεωγραφίας αλλά και του ήδη υπάρχοντος και εδραιωμένου ρυθμιστικού πλαισίου (Ευρωπαϊκοί χάρτες, Νόμος Μανιάτη κ.ά.)

•Εν κατακλείδι: η λέξη “Καστελόριζο” (ή σύμπλεγμα νήσων…)  δεν πρέπει να αναφέρεται πουθενά – μα πουθενά – στην κοινή προσφυγή, δεν αφορά.

•Η πάγια διακηρυγμένη θέση της Ελλάδας είναι η προσφυγή σε Διεθνές Δικαστήριο (για το μόνο εκκρεμές θέμα, τον καθορισμό υφαλοκρηπίδας, και συνεπώς ΑΟΖ), αλλά προσκρούει στην διαρκή άρνηση της γειτονικής χώρας, η οποία έχει την δική της αντίληψη περί κανόνων διεθνούς δικαίου, έχοντας διαμορφώσει ως αφήγημα ένα δικό της Διεθνές Δίκαιο. Αντίθετα, η Κύπρος έχει ξεκάθαρο πλαίσιο αναφοράς για την ΑΟΖ της. 

•Ωστόσο, πίσω από αυτή τη θέση της Ελλάδας υπάρχει μια σιωπηρή, πραγματική και διαρκής στασιμότητα με την Τουρκία και αυτό δεν φαίνεται να αλλάζει. Αφού αυτό δεν αλλάζει, γιατί δεν αλλάζει σκεπτικό η Ελλάδα; Η αδράνεια συμφέρει την Τουρκία καθώς απλώνεται κάθε φορά και από λίγο, μέχρι τα πολλά “λίγο” να γίνουν νίκες στο πεδίο ή νέα αφηγήματα. Αν δεν κάνουμε εμείς την αρχή, γιατί να το κάνει η άλλη πλευρά;

•Η Τουρκία κινείται μεθοδικά: πρώτα με χάρτες, μετά με γεωτρύπανα και τελικά πολιτικές πράξεις κατά την δική της πάγια αντίληψη. Η Τουρκία θα προχωρήσει σίγουρα σε μονομερή ανακήρυξη ΑΟΖ (έχει το δικαίωμα και θα το κάνει πάνω στο αφήγημά της), επεκτείνοντας στην πράξη τις διεκδικήσεις του χάρτη της “Γαλάζιας Πατρίδας”, οδηγώντας έτσι σε νέα τετελεσμένα στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Αντί η Ελλάδα να ανακτήσει την πρωτοβουλία κινήσεων, επιλέγει μέχρι στιγμής να απαντά κατόπιν εορτής “παίζοντας τη γνωστή κασέτα δηλώσεων”, μένοντας και εμμένοντας στην εποχή της (…της κασέτας). Η έλλειψη θεσμικού σχεδίου και η απουσία πράξης μας καθιστά απλούς σχολιαστές των εξελίξεων. Και αυτό, σε βάθος χρόνου, κοστίζει ακριβά. Η Ελλάδα και η Κύπρος πρέπει να κινηθούν θεσμικά και προληπτικά, καθώς υπάρχει ο κίνδυνος να παραμείνουν σε παθητικό ρόλο, αντιδρώντας εκ των υστέρων. Η στρατηγική της αναμονής, χωρίς θεσμική πρωτοβουλία που να μεταφράζεται σε καίριες διπλωματικές κινήσεις, υπονομεύει μακροπρόθεσμα τα ίδια τα συμφέροντα του Ελληνισμού.

Τι πρέπει να γίνει για να πετύχει και να ΜΗΝ απορριφθεί η επιλογή [α] – η ουσία του θέματος

Ελλάδα και Κύπρος θα πρέπει να εδραιώσουν μια “υπαρκτή – πραγματική διαφορά” στην μεταξύ τους διεθνή σχέση που να αφορά στην συνορεύουσα γραμμή των μεταξύ τους ΑΟΖ. Η διαφορά πρέπει να τεκμηριωθεί με συστηματικό νομικό τρόπο που να καταλήγει σε “ουσιαστική διαφορά” κατά την αντίληψη του Διεθνούς Δικαίου. Σε πρακτικό επίπεδο ο ισχυρισμός της Ελλάδας θα ήταν η κοινή γραμμή οριοθέτησης της ΑΟΖ π.χ. να ήταν 3 ή 5 χιλιόμετρα ανατολικότερα, οπότε μεθερμηνεύεται σε διαφορά μιας σεβαστής σε έκταση επιφάνειας. 

Η τεκμηρίωση μπορεί να είναι αποτέλεσμα μιας σειράς “διαλόγων” με ανταλλαγή ρηματικών και αντιρηματικών  διακοινώσεων μεταξύ της Ελλάδας και της Κύπρου. Αυτό επιβάλει η ανάγκη για ενίσχυση της τεκμηρίωσης του θέματος, και ορθώς το επιβάλει, προκειμένου να υπάρξει ισχυρό τεκμήριο προσφυγής σε Διεθνές Δικαστήριο, αλλιώς θα απορριφθεί (ακόμη και αυτό να γίνει έχουμε ανταλλακτικές). Πιο συγκεκριμένα, η “ανταλλαγή ρηματικών διακοινώσεων” αποτελεί σοβαρότατο εφόδιο στην κοινή προσφυγή και ισχυροποιεί την επιθυμία των δύο κρατών για λύση με διαιτησία, δια της παραπομπής του θέματος σε Διεθνές Δικαστήριο. 

Δεδομένου ότι η όποια διαφωνία της Ελλάδας είναι προς όφελος και των δύο χωρών, επισημαίνουμε εδώ τα εξής: 

1. Η Ελληνική μακροχρόνια σιωπή δεν σημαίνει αποδοχή. Το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν έχει ακόμη ανακηρύξει ΑΟΖ δεν σημαίνει ότι:
•παραιτείται των δικαιωμάτων της έναντι της Κύπρου,
•ή αποδέχεται τα όρια που θέτει η Κύπρος

Η επαναλαμβανόμενη δήλωση: “Η Ελλάδα διατηρεί το δικαίωμα να προβεί σε ανακήρυξη και οριοθέτηση όταν το κρίνει σκόπιμο στον κατάλληλο χρόνο” (πάγιο διαχρονικό περιεχόμενο των θέσεων των εκάστοτε  ΥΠΕΞ της Ελλάδας) διαιωνίζει την αβουλία στο θέμα και είναι σε βάρος τόσο της Ελλάδας όσο και της Κύπρου, ειδικά τώρα που συντελούνται κοσμογονικές αλλαγές στη διεθνή σκηνή.

2. Η περιοχή (συνορεύουσα γραμμή ΑΟΖ Ελλάδας – Κύπρου) θεωρείται “disputed” (διαφιλονικούμενη) μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου. Έτσι κατά τις πρόνοιες του Διεθνούς Δικαίου:

•Όταν δύο κράτη έχουν πιθανές αντικρουόμενες και επικαλυπτόμενες θαλάσσιες διεκδικήσεις, η περιοχή θεωρείται “disputed maritime area”.

•Η μονομερής πράξη (της Κύπρου, δηλ η ανακήρυξη της δικής της ΑΟΖ) δεν δημιουργεί δεσμευτικά θαλάσσια σύνορα. Η Ελλάδα τι κάνει για αυτό; Σήμερα απολύτως τίποτε. Τι σκοπεύει να κάνει; …αφήνει το θέμα στην τύχη; Η “τύχη” δεν είναι στρατηγική και δίνει δικαιώματα σε τρίτους να παίξουν το παιγνίδι τους εξυπηρετώντας τα δικά τους συμφέροντα, παραμερίζοντας αυτά του Ελληνισμού. 

3. Η Ελλάδα μπορεί να αντιδράσει επίσημα (σε συνεννόηση με την Κύπρο). Αν διαφωνεί με τα όρια (και εν προκειμένω ΠΡΕΠΕΙ να διαφωνεί) που επίσημα ανακοίνωσε και εφαρμόζει η Κύπρος, η Ελλάδα μπορεί να:
•στείλει ρηματική διακοίνωση (note verbale),

•δηλώσει ότι δεν αναγνωρίζει τη συγκεκριμένη οριοθέτηση της Κύπρου,

•προτείνει διαπραγματεύσεις για οριοθέτηση

•προτείνει προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο από κοινού με την Κύπρο (γεγονός που πρέπει να το θέλουν και οι δύο χώρες (επ’ ωφελεία τους) αλλά πρέπει να προετοιμάσουν το έδαφος μέσω ανταλλαγής ρηματικών διακοινώσεων ως ισχυρά τεκμήρια της διαφωνίας) 

Αναμενόμενες επιπτώσεις, αντιδράσεις, συνέπειες βάσει της οριοθέτησης με βάση την κοινή προσφυγή σε Διεθνές Δικαστήριο: πλήρης αποδόμηση όλων των Τουρκικών αντιδράσεων και των αφηγημάτων, όποια και αν είναι αυτά, λόγω εμπλοκής και τελεσίδικης απόφασης Διεθνούς Δικαστηρίου. Οριστική έκβαση και λύση του θέματος ΑΟΖ Ελλάδας – Κύπρου στη βάση της αξιοποίησης των δυνατοτήτων του Διεθνούς Δικαίου που όμως, …ακόμη και σήμερα δεν έχουν ασκηθεί επ’ ωφελεία των δύο χωρών. Η όποια απόφαση συνεπάγεται και δέσμευση της Τουρκίας στο Διεθνές Δίκαιο (εθιμικό δίκαιο) και έκθεση της στη διεθνή κοινότητα, …χωρίς όμως την εμπλοκή της στο θέμα, αφού με έμμεσο τρόπο έχει παραμεριστεί. Πιο κάτω ακολουθεί εκτενέστερη αιτιολογημένη ανάλυση για την Τουρκία.

Και η Τουρκία; …τι μπορεί να κάνει;

Η Τουρκία δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος στη Σύμβαση του Montego Bay (UNCLOS 1982) και δεν αναγνωρίζει το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (ICJ) και το Διεθνές Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας (ITLOS) του Αμβούργου (αρμόδιο για τα θέματα της UNCLOS για θαλάσσιες διαφορές, εκτός και αν συναινέσει ρητά – οπότε έτσι προχωρά στην αναγνώρισή τους). 

Στην περίπτωση λοιπόν μιας κοινής προσφυγής Ελλάδας – Κύπρου σε διεθνές δικαστήριο (ICJ ή ITLOS) για την οριοθέτηση της μεταξύ τους ΑΟΖ, η Τουρκία δεν μπορεί νομικά να εμποδίσει τη διαδικασία για τους εξής πρόσθετους λόγους πέραν των ανωτέρω αναφερθέντων:

•Η διαφορά αφορά μόνο τα δύο μέρη (Ελλάδα και Κύπρο) και την οριοθέτηση της κοινής μεταξύ τους γραμμής, κανέναν άλλον τρίτο.

•Το όποιο Διεθνές Δικαστήριο εξετάζει μόνο τις θέσεις και τα επιχειρήματα των διαδίκων, δεν δέχεται π.χ. γνώμες – παρεμβάσεις από τρίτες χώρες.

•Η Τουρκία δεν έχει νομική δυνατότητα να ακυρώσει την απόφαση εάν αυτή προέλθει από το ICJ ή το ITLOS (αφού δεν τα αναγνωρίζει), εκτός αν εμπλέκεται ως διάδικος (που για να γίνει, σημαίνει εγκαταλείπει την μέχρι τώρα στάση της και πρωτίστως αποδέχεται την δικαιοδοσία τους και έτσι …χάνει τα πάντα, αυτοκαταρρίπτει τα αφηγήματά της). 

•Σε κοινή προσφυγή Ελλάδας – Κύπρου για μια μεταξύ τους διαφορά, οποιοδήποτε τρίτο μέρος δεν θεωρείται “αναγκαίο μέρος” στη διαφορά.

•Επιπλέον, το δικαστήριο δεν οριοθετεί κάτι άλλο πέραν των εξεταζόμενων θεμάτων του συνυποσχετικού, δηλαδή δεν θα εξετάσει ή θα αποφανθεί π.χ. για την τουρκική υφαλοκρηπίδα ή για το ψευδοκράτος, εκτός αν το φέρει ο ένας από τους δύο διαδίκους και το αποδεχτεί ο άλλος, κάτι που επί της ουσίας δεν πρόκειται να γίνει και μάλιστα για πολλούς λόγους (για αυτό είναι σημαντικό η προσφυγή να γίνει στο ΔΔ του Αμβούργου).

Επιγραμματικά, η Τουρκία δεν θα είναι …ούτε απλός θεατής στο έργο, είναι χωρίς εισιτήριο στην παράσταση, μένει απ’ έξω από το θέατρο των αποφάσεων, “και μάλιστα πληρώνοντας πρόστιμο” για την πολυετή αδιαλλαξία της και την πονηριά της.

Πώς ωφελούνται Ελλάδα, Κύπρος, …ολόκληρος ο Ελληνισμός;

Μια καλά προετοιμασμένη προσφυγή Ελλάδας και Κύπρου σε διεθνές δικαιοδοτικό όργανο για την οριοθέτηση της μεταξύ τους ΑΟΖ, δεν προσφέρει μόνο λύση σε μια χρονίζουσα εκκρεμότητα. Εδραιώνει την κοινή στρατηγική των δύο κρατών, ενώνει θεσμικά τον Ελληνισμό στην Ανατολική Μεσόγειο και μετατρέπει την σιωπηλή αδράνεια δεκαετιών σε αποτελεσματική πράξη και δη εσαεί ισχύουσα. Τα οφέλη είναι πολυσχιδή και πολυδιάστατα:

•Θεσμική κατοχύρωση της οριοθέτησης των γειτνιαζόντων ΑΟΖ (Ελλάδας – Κύπρου) με βάση το Διεθνές Δίκαιο

•Πλήρης, άπαξ και δια παντός απονομιμοποίηση και ακύρωση των τουρκικών αφηγήσεων

•Διεθνής πολιτική και νομική υποστήριξη που ουδείς μπορεί να πάει ενάντιά της ή να την αρνηθεί

•Παύση παρερμηνειών “σιωπηρής αποδοχής” (λόγω αδράνειας)

•Αμφότερος ο Ελληνισμός κερδίζει σε εθνική αυτοπεποίθηση. Το θέμα αυτό έχει πολλαπλές διαστάσεις και χρήζει βαθύτερης ανάλυσης. Συνοπτικά αναφέρω τα εξής: στέλνεται ισχυρό μήνυμα στους πολίτες ότι το Διεθνές Δίκαιο είναι εργαλείο δράσης, όχι μόνο εφήμερης τηλεοπτικής ρητορικής ή θολής ερμηνείας. Ειδικά για την Κύπρο, ενισχύεται η ψυχολογική ασφάλεια και η εμπιστοσύνη στην Ελλάδα ενώ για την Ελλάδα, δίνεται απάντηση στη διαχρονική εσωτερική αμφισβήτηση και διαρκή πίεση στο ερώτημα: “γιατί δεν οριοθετούμε ΑΟΖ με την Κύπρο;”.

•Μια τελεσίδικη οριοθέτηση γίνεται σημείο αναφοράς για επόμενες συμφωνίες (π.χ. συνέχεια οριοθέτησης και ολοκλήρωση ΑΟΖ με την Αίγυπτο). Είναι σίγουρο ότι και η Αίγυπτος θέλει να ξεκαθαρίσει το θέμα των ορίων της δικής της ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο.

•Η κοινή συνορεύουσα γραμμή των ΑΟΖ είναι επιβεβαιωτική πράξη των κοινών συνόρων του Ελληνισμού και του ενοποιημένου πλέον γεωπολιτικού χώρου του.
Μειώνεται το ρίσκο για επενδύσεις στην περιοχή (ενέργεια, αγωγοί, καλώδια, ναυτιλία, οικονομία, γεωτρήσεις, ακόμη και …συνεκμετάλλευσης με ξεκάθαρους όρους ιδιοκτησίας και οικονομικών ανταλλαγμάτων κ.ά.).

•Μπαίνει τέλος στις εσωτερικές “διπλωματικές παγίδες”, του τύπου “δεν το κάνουμε για να μη δυσαρεστήσουμε” ή “να προκαλέσουμε” ή “δεν είναι ο κατάλληλος χρόνος να γίνει” κ.ά. τέτοια γραφικά και ανόητα.

Τελικά …Χάγη; …ή Αμβούργο; 

Στο παρόν άρθρο γράφηκε ως παράδειγμα η κοινή προσφυγή των δύο χωρών στο ΔΔ της Χάγης. Υπάρχει όμως και η πλέον δόκιμη επιλογή, αυτή του ΔΔ του Αμβούργου, ειδικευμένο στο δίκαιο της θάλασσας και στη συγκεκριμένη “διαφορά”. Προσωπικά βρίσκω το ΔΔ του Αμβούργου πιο φιλικό σε σχέση με αυτό της Χάγης, και αυτό βάσει της μελέτης των μέχρι σήμερα αποφάσεων που έχουν εκδοθεί. Επίσης, η διάσταση του χρόνου είναι υπέρ του Αμβούργου, υπό την έννοια ότι οι αποφάσεις είναι πιο σύντομες. Αμβούργο και πάλι Αμβούργο για πολλούς λόγους.

Σκοπός του παρόντος άρθρου ήταν να καταδειχθεί μια νέα εναλλακτική προσέγγιση στην οριοθέτηση της ΑΟΖ Ελλάδας – Κύπρου, προκειμένου να ξεκαθαρίσει οριστικά ένα θέμα που ταλαιπωρεί και κατατρώγει την ενέργεια της χώρας (της Ελλάδας) ως οργανισμού αλλά και ολόκληρου του Ελληνισμού.

Επίλογος – ώρα για αποφάσεις

Η έξυπνη οριοθέτηση της ΑΟΖ Ελλάδας και Κύπρου μέσω της κοινής προσφυγής σε Διεθνές Δικαστήριο είναι πράξη ωριμότητας, νομιμότητας και εθνικής ευθύνης. Είναι η στιγμή που η εθνική στρατηγική σταματά να φοβάται το κόστος και αρχίζει να επενδύει στο μέλλον.  

Το νομικό πλαίσιο υπάρχει. Το εργαλείο υπάρχει. Η ανάγκη δεν χωρά αναβολές. Το timing, καλύτερο δεν μπορεί να υπάρξει. Το μόνο που απομένει είναι η απόφαση.

Η επιλογή της κοινής προσφυγής σε Διεθνές Δικαστήριο είναι ο καθρέφτης των πραγματικών προθέσεων εκείνων που διαχειρίζονται τη μοίρα του Ελληνισμού. Η ιστορία του Ελληνισμού θα καταγράψει με ακρίβεια:

•Αν επιλέξαμε να τιμήσουμε το Διεθνές Δίκαιο ως εφαρμοστέο στην πράξη ή αρκούμαστε να το εξαντλούμε σε φλύαρες, ανούσιες επαναλαμβανόμενες τηλεοπτικές δηλώσεις και τίποτε περισσότερο.

•Αν αρπάξαμε την ευκαιρία που προσφέρει το “timing” ή αν αφεθήκαμε να μας προσπεράσουν τα γεγονότα.

•Αν είχαμε το θάρρος να σηκώσουμε το βάρος της συγκυρίας ή αν αφήσαμε την τύχη του Ελληνισμού στα χέρια των άλλων. 

Ο Ελληνισμός δεν κληρονόμησε την πατρώα γη του για να την φοβάται, αλλά για να την υπερασπίζεται. Δεν γεννήθηκε για να ζει διαρκώς μέσα στις απειλές των “κόκκινων γραμμών” των άλλων, λόγω της αδιαλλαξίας τους, αλλά υπάρχει εδώ και τέσσερεις και πλέον χιλιετίες ορίζοντας τις δικές του αξίες και γραμμές ελευθερίας. 

Το ερώτημα είναι απλό, αλλά συνάμα και σκληρό, …θα γίνουμε θεματοφύλακες και συνεχιστές της βαριάς ιστορικής μας κληρονομιάς ή θεατές στις τελευταίες θέσεις της Ιστορίας, σε έργα που θα παίζουν άλλοι – τρίτοι τον δικό μας ρόλο; Ο Ελληνισμός δεν έχει άλλη πολυτέλεια από το να γίνει το αύριο που του αξίζει, …αλλιώς …θα γίνει το παρελθόν που φοβάται. 

Μετά από αυτό το άρθρο, που δεν στηρίζεται σε ακαδημαϊκές θεωρίες, αλλά σε εφαρμοσμένη στρατηγική, …κανείς δεν μπορεί πια να ισχυριστεί ότι “δεν ήξερε το γιατί” ή ότι “δεν υπήρχε πρόταση ή εναλλακτική” ή ότι “δεν είναι το κατάλληλο timing ή η συγκυρία”. Όποιος δεν δράσει… επιλέγει να αδιαφορήσει.

Το “timing” της Ιστορίας για την ΑΟΖ έρχεται και γράφεται… και για εκείνους που παρίστανται και δρουν σήμερα, αλλά και για εκείνους που επιλέγουν να είναι απόντες. Η στιγμή είναι μοναδική…. και ίσως ανεπανάληπτη, ή θα την τιμήσουμε ή θα μας ξεπεράσει.

*Ο Δημητρης Παπασωτηρίου (dpapasot@otenet.gr) έχει εξαντλήσει ιεραρχία οργανισμών και επιχειρήσεων δημοσίου και ιδιωτικού τομέα από τις θέσεις Γενικού Διευθυντή, Προέδρου και Αναπληρωτή Προέδρου. 

Σήμερα είναι Γενικός Διευθυντής της εταιρείας Digicom Systems AE καθώς και Σύμβουλος Επιχειρήσεων σε θέματα Επιχειρησιακής Στρατηγικής και Εφοδιαστικής Αλυσίδας με την εταιρεία Beyond the BEST IKE. 

Παράλληλα σήμερα είναι:
• Αντιπρόεδρος του ILME – Institute Logistics Management Ελλάδας, 
• Α/Μέλος ΔΣ της ΕΑΣΕ  – Ένωσης Ανωτάτων Στελεχών Επιχειρήσεων, 
• Μέλος της Επιστημονικής Ομάδας του ΣΕΟΔΙ – Σύνδεσμος Ελλήνων Οικονομικών Διευθυντών

Είναι εφευρέτης, κάτοχος 2 βασικών πτυχίων, 4 μεταπτυχιακών και ολοκληρώνει το Διδακτορικό του στο Πανεπιστήμιο Πειραιά σε θέματα εταιρειών 3PL Ελλάδας και Κύπρου. Έχει εμπειρία ολοκλήρωσης 350+ Projects σε 7 χώρες και έχει εκπαιδεύσει περισσότερα από 8500 στελέχη επιχειρήσεων.

Πηγή: capital.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button