
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ / Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2025, 06:14 / Συν 1
Ολοένα και πιο συχνή είναι η παρουσία άγριων ζώων στον αστικό ιστό, με την επίθεση του λύκου σε πεντάχρονη στη Χαλκιδική, αλλά και την αρκούδα που εισέβαλε σε κτηνοτροφική μονάδα στο Νυμφαίο να προκαλούν την έντονη ανησυχία των πολιτών.
Γιατί, όμως, η άγρια πανίδα «επισκέπτεται» πόλεις και χωριά; Απαντώντας στο ερώτημα αυτό ο υπεύθυνος επικοινωνίας της περιβαλλοντικής οργάνωσης «Καλλιστώ» Ιάσων Μπάντιος, τονίζει πως η ανθρώπινη δραστηριότητα αποτελεί βασική αιτία.
Όπως εξηγεί ο κ. Μπάντιος μιλώντας στο CNN Greece «η ανθρώπινη παρέμβαση στα ορεινά οικοσυστήματα, που οδηγούν σε αποψίλωση των δασικών εκτάσεων, η κλιματική κρίση, η ερήμωση της υπαίθρου, η εγκατάλειψη δηλαδή παραδοσιακών επαγγελμάτων όπως η εκτατική και η μετακινούμενη κτηνοτροφία στα ορεινά, είναι κάποιες από τις αιτίες που οδηγούν τα τελευταία 10 χρόνια την άγρια πανίδα προς τα πεδινά, πιο κοντά δηλαδή στην ανθρώπινη δραστηριότητα».

Τι προσελκύει τα άγρια ζώα στον αστικό ιστό
Γιατί, λοιπόν, τα άγρια ζώα επισκέπτονται πιο συχνά μία κατοικημένη περιοχή; Όπως απαντά ο κ. Μπαντιός, «η άγρια ζωή αρχικά προσεγγίζει τις κατοικημένες περιοχές το βράδυ και τις πολύ πρωινές ώρες όταν σταματά η έντονη ανθρώπινη δραστηριότητα».
«Αυτό συμβαίνει διότι τα ζώα αυτά φοβούνται τον άνθρωπο, δεν τον γνωρίζουν επομένως τον αποφεύγουν» σημειώνει.
Τότε γιατί πλησιάζουν τις περιοχές στις οποίες διαμένει;
«Γιατί υπάρχει εύκολη πρόσβαση σε πηγές τροφής» απαντά.
Για παράδειγμα οι κάδοι απορριμμάτων που μπορεί να ξεχειλίζουν, ειδικά τους καλοκαιρινούς μήνες, προσελκύουν εύκολα διάφορα είδη της άγριας πανίδας, όπως ο λύκος και η αρκούδα.
Παράλληλα, ακόμη μία σημαντική πηγή τροφής για τους λύκους που αποτελούν πτωματοφάγα ζώα είναι οι παράνομες χωματερές με νεκρά που δημιουργούνται από τους κτηνοτρόφους σε ακατάλληλα σημεία.
Ακόμη μία αιτία για την οποία μία αρκούδα μπορεί να επισκεφθεί μία περιοχή είναι οι καλλιέργειες που έχουν καρποφορήσει και στις οποίες δεν έχει ολοκληρωθεί η συγκομιδή τους.

Η κλιματική κρίση αλλάζει τη συμπεριφορά των αρκούδων
Στην περίπτωση της αρκούδας, η κλιματική κρίση που συνοδεύεται από τις αυξημένες θερμοκρασίες και τη μειωμένη διάρκεια του χειμώνα αλλάζουν τη συμπεριφορά των αρκούδων, οι οποίες πλέον βρίσκονται σε πολύ μικρότερη περίοδο σε χειμερία νάρκη σε σχέση με το παρελθόν.
«Είναι επείγον, λοιπόν, να ανακάμψει η ζωή και η δραστηριότητα στις ορεινές περιοχές, καθώς έτσι μπορεί να επιστρέψει και η άγρια ζωή στο φυσικό της περιβάλλον» όπως αναφέρει ο υπεύθυνος επικοινωνίας της οργάνωσης.
Μέτρα που θα οδηγήσουν την άγρια πανίδα πίσω στο φυσικό της περιβάλλον
Τι μπορούν, λοιπόν, να κάνουν οι κάτοικοι μίας περιοχής και η Πολιτεία για να σταματήσει η άγρια ζωή να δελεάζεται; Ένα περίπου χρόνο πριν, η Ευρωπαϊκή Ένωση πήρε την απόφαση να μειώσει το επίπεδο προστασίας του λύκου, διευκολύνοντας την θανάτωση ως λύση διαχείρισης του πληθυσμού του. Ωστόσο, όπως επισημαίνει ο κ. Μπαντιός «η θήρευση του είδους δεν λύνει τα προβλήματα των συγκρούσεων άγριας ζωής και ανθρώπινης δραστηριότητας.
Απεναντίας, σύμφωνα με τον ίδιο, η απάντηση στη διαχείριση του πληθυσμού οποιουδήποτε είδους βρίσκεται στα προληπτικά μέτρα και στη συγκρότηση ενός ορθού συστήματος αποζημιώσεων για τους επαγγελματίες.
«Η συνύπαρξη άγριας ζωής και ανθρώπου είναι εφικτή, με τα κατάλληλα μέτρα»
Σε κάθε περίπτωση, όπως επισημαίνει ο ίδιος «η συνύπαρξη της άγριας ζωής και του ανθρώπου είναι εφικτή, αρκεί να υπάρχουν από την Πολιτεία τα κατάλληλα μέτρα πρόληψης και έγκυρης επιστημονικά ενημέρωσης».
Ανάμεσα στα μέτρα που προτείνει είναι η ενίσχυση των παραγωγών του πρωτογενούς τομέα με προληπτικά μέτρα για την αποφυγή ζημιών και η υιοθέτηση ενός επίσης προληπτικού συστήματος αποζημιώσεων από τον ΕΛΓΑ».
«Χρειάζεται ένα σύγχρονο σύστημα αποζημιώσεων που θα παρέχει την οικονομική δυνατότητα στους παραγωγούς να υιοθετήσουν τα απαραίτητα μέτρα προτού υποστούν ζημιά και όχι μετά» όπως διευκρινίζει.
Αντίστοιχα μεγάλη ευθύνη φέρουν και οι τοπικές Αρχές για τη σωστή διαχείριση όλων των διαθέσιμων τροφικών πηγών. Υπάρχουν για παράδειγμα ειδικοί κάδοι, τους οποίους οι αρκούδες δεν μπορούν να ανοίξουν.
«Έχει τύχει να τοποθετήσουμε πιλοτικά έναν τέτοιο κάδο και μετά από λίγες ημέρες ο Δήμος τοποθετεί τρεις συμβατικούς κάδους. Είναι σαν να κάνουμε μια τρύπα στο νερό» σημειώνει χαρακτηριστικά ο κ. Μπαντιός.
«Φωτεινό» παράδειγμα από την άλλη, στην περίπτωση των καρποφόρων καλλιεργειών που δεν έχουν καθαριστεί, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι αυτό της Ιταλίας. «Σε ένα μεγάλο Εθνικό Πάρκο της Ιταλίας οι τοπικές Αρχές κινητοποιούν εθελοντές, οι οποίοι μαζεύουν όλα τα καρποφόρα δέντρα και τους καρπούς τους, στη συνέχεια τους δίνουν στην τοπική κοινότητα και παράγουν τοπικά προϊόντα» αναφέρει.
«Τέτοια απλά, αλλά πολύ χρήσιμα και αποτελεσματικά μέτρα, θα δείξουν στο ζώο ότι εδώ δεν υπάρχει τροφή. Άρα θα αναζητήσει τροφή στο φυσικό του χώρο» όπως εξηγεί.
Ηλεκτρικές περιφράξεις και φωτοκύτταρο σε καλλιέργειες και κτηνοτροφικές μονάδες
Οι ίδιοι οι παραγωγοί, οι αγρότες ή οι κτηνοτρόφοι, μπορούν επίσης να υιοθετήσουν τα εξής μέτρα:
- «Η παρουσία του ελληνικού ποιμενικού είναι εξαιρετικά αποτελεσματική στη φύλαξη κοπαδιών των κοπαδιών».
- «Η τοποθέτηση ηλεκτροφόρων περιφράξεων, που είναι ασφαλείς και για τα ζώα και για τον άνθρωπο».
- «Η τοποθέτηση ειδικών μηχανημάτων με φωτοκύτταρο, που εντοπίζουν την κίνηση κάποιου ζώου και το απομακρύνουν εκπέμποντας φως ή δημιουργώντας ήχους.
Τι κάνουμε αν συναντήσουμε ένα λύκο ή μία αρκούδα
Αναφερόμενος στην περίπτωση της Χαλκιδικής όταν πριν από μερικές ημέρες ένας νεαρός λύκος απομονώθηκε από την αγέλη και επιτέθηκε στην πεντάχρονη στην παραλία του Νέου Μαρμαρα, ο κ. Μπαντιός αναφέρει πως αποτελεί ένα εξαιρετικά σπάνιο συμβάν. «Συμβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα εδώ και 30-40 χρόνια μία επίθεση αυτού του είδους στον αστικό ιστό και με θύμα ένα παιδί» σημειώνει για να συμπληρώσει πως το περιστατικό σημειώθηκε «στις 8 παρά το πρωί, όταν η ανθρώπινη δραστηριότητα δεν ήταν πολύ έντονη, αλλά δεν πρόκειται για μία συμπεριφορά που χαρακτηρίζει το είδος».
Ποια θα πρέπει να είναι η αντίδρασή μας όταν συναντάμε έναν λύκο ή μία αρκούδα;
Αρχικά, όπως υπογραμμίζει ο ίδιος, εάν βρισκόμαστε σε μία κατοικημένη περιοχή κατά την συνάντησή μας με ένα άγριο ζώο «χρειάζεται να είμαστε ψύχραιμοι, να ειδοποιήσουμε το Δασαρχείο και το Αστυνομικό Τμήμα της περιοχής». Μία τέτοια συνάντηση, όπως λέει, είναι μάλλον απίθανη, είναι όμως πιθανή στο βουνό.
«Στη φύση κάνουμε αισθητή την παρουσία μας για να φοβηθεί το άγριο ζώο και να απομακρυνθεί. Οι άνθρωποι που κάνουν πεζοπορία επί σειρά ετών μπορεί να έχουν δει μια αρκούδα στα 100-200 μέτρα για λίγα δευτερόλεπτα και μόλις τους είχε αντιληφθεί να εξαφανίστηκε».
Τι κάνουμε στην περίπτωση της αρκούδας; «Όταν τη συναντήσουμε στα 15 μέτρα και λιγότερο, πρέπει να παραμείνουμε ψύχραιμοι, Δεν θέλουμε να την κάνουμε να νιώσει ότι είμαστε απειλή, άρα δεν πρέπει να φωνάξουμε, ούτε να πετάξουμε αντικείμενα. Αντιθέτως οπισθοχωρούμε ήσυχα δείχνοντάς της ότι δεν θέλουμε να της κάνουμε κακό».
Στην περίπτωση που συναντήσουμε έναν λύκο, σε μια κοντινή απόσταση 15 ή λιγότερων μέτρων «πρέπει να τον κάνουμε να φοβηθεί» γιατί όπως εξηγεί τα δύο ζώα λειτουργούν διαφορετικά. «Πρέπει να φωνάξουμε, να σηκώσουμε τα χέρια μας, θα κραδαίνουμε κάποιο αντικείμενο για να φοβηθεί τον άνθρωπο, προκειμένου να φύγει».
Ωστόσο, όπως επαναλαμβάνει ο υπεύθυνος επικοινωνίας της οργάνωσης «Καλλιστώ» και στις δύο αυτές περιπτώσεις μια τέτοια συνάντηση είναι εξαιρετικά σπάνια.
Πηγή: cnn.gr